- υποτελής
- -ές / ὑποτελής, -ές, ΝΜΑ1. (για χώρα ή πόλη) αυτός που δεν έχει πλήρη και απόλυτη κυριαρχία αλλά εξαρτάται από άλλη, ισχυρότερη πολιτεία (α. «οι μεγάλες δυνάμεις και οι υποτελείς χώρες» β. «άντι συμμάχων ὑποτελεῑς και δοῡλοι γεγονότες», Πλούτ.γ. «ἄλλαι πόλεις αἱ ὑποτελεῑς οὖσαι», Θουκ.)2. φρ. «φόρου υποτελής»(ενν. κράτος ή χώρα) διεθν. δίκ. κράτος το οποίο ήταν υποχρεωμένο να καταβάλλει στην κυρίαρχη πολιτεία τον φόρο υποτελείας (α. «οι παραδουνάβιες ηγεμονίες ήταν φόρου υποτελείς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία» β. «πόλιν ξυμμαχίδα και φόρου ὑποτελῆ», Θουκ.)νεοελλ.1. βιολ. (για χαρακτηριστικό) αυτός που προσδιορίζεται γενετικά και ο οποίος δεν εκδηλώνεται στον φαινότυπο παρά μόνον όταν το υπεύθυνο γι' αυτόν γονίδιο βρίσκεται σε ομοζυγωτική κατάσταση2. φρ. α) «υποτελείς προτάσεις»γραμμ. οι εξαρτημένες, οι δευτερεύουσες προτάσειςβ) «υποτελή κράτη»διεθν. δίκ. τα κράτη που δεν ήταν πλήρως ανεξάρτητα, αλλά ήταν υποχρεωμένα να καταβάλλουν φόρο υποτελείας στην κυρίαρχη πολιτείααρχ.αυτός που μισθοδοτείται για κάτι.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + -τελής (< τέλος), πρβλ. συν-τελής].
Dictionary of Greek. 2013.